Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015

Ρατσισμός και Διαφορετικότητα.


Αποτέλεσμα εικόνας για Ρατσισμός και Διαφορετικότητα.
Ρατσισμός είναι η αντίληψη ότι οι άνθρωποι δεν είναι όλοι ίσοι μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται σε ανώτερους και κατώτερους, διακρινόμενοι είτε από το χρώμα του δέρματος, είτε από την εθνικότητα, είτε από τη θρησκεία κλπ. Το πιο συνηθισμένο είδoς ρατσισμού, και αυτό που έχει δώσει την αρχική ονομασία στην λέξη, ιταλ. ("ράτσα") razza = φυλή), είναι ο φυλετικός ρατσισμός.
Οι φυλετικοί ρατσιστές πιστεύουν σε βιολογικές διαφορές μεταξύ των φυλών, βάσει των οποίων και προσδιορίζουν αυτές σε ανώτερες και κατώτερες. Έτσι, με την θεωρία αυτή υποστηρίζουν ότι η φυλή με συγκεκριμένα (ανώτερα) εξωτερικά ή ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά, έχει το δικαίωμα να θεωρεί εαυτόν της ανώτερη από τις άλλες.
Ρατσισμός είναι να θεωρούμε κάποιους ανθρώπους ως κατώτερους ή ακόμη και άξιους περιφρόνησης, λόγω της φυλετικής ή εθνικής τους καταγωγής. Είναι μια συμπεριφορά που παρουσιάζουν οι κοινωνίες και είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο. Ρατσισμός σημαίνει καχυποψία ακόμα και περιφρόνηση απέναντι στα άτομα που έχουν διαφορετικά φυσικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά από ό,τι οι άλλοι άνθρωποι. Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις πράξεις μιας ομάδας ανθρώπων εναντίον μίας άλλης ομάδας.

Παλαιότερα συγγραφείς και κοινωνιολόγοι αντί του σύγχρονου όρου χρησιμοποιούσαν, ιδιαίτερα στις αγγλόφωνες χώρες, τον όρο ρασιαλισμός (racialism), που όλοι όμως συμφωνούν ότι πρόκειται για όρο δόγματος φυλετικής υπεροχής. Σημαντικότερος συγγραφέας που έκανε χρήση του όρου "ρασιαλισμός" ήταν ο L. L. Snyder στο έργο του "Ράτσα: Μια Ιστορία των Σύγχρονων Εθνικών θεωριών, ("Race: A History of Modern Ethnic Theories" - Νέα Υόρκη: Alliance 1939).
Ο νεότερος όμως όρος (εκ της ιταλικής) επικράτησε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, περισσότερο για λόγους προπαγάνδας. Συγκεκριμένα η Ρ. Μπένεντικτ (R. Benedict) ορίζει τον ρατσισμό ως:«...το δόγμα όπου μία εθνική ομάδα (ethnic group) έχει καταδικαστεί από τη Φύση σε κληρονομική κατωτερότητα (hereditary interiority) ενώ μια άλλη σε κληρονομική ανωτερότητα (hereditary superiority)».
Γενικά ο ρατσισμός θεωρείται κάτι περισσότερο από τη φυλετική προκατάληψη (race prejudice). Η τυπική θεωρία του σε σύγχρονες αναζητήσεις και σχετικές έρευνες, έχει τις ρίζες της στο πολυθρύλητο έργο του Ζοζέφ Αρτύρ ντε Γκομπινώ (Joseph Arthur De Gobineau): "Essai sur l' inégalité des races humaines" (Δοκίμιο επί της ανισότητας των ανθρωπίνων φυλών), που δημοσιεύτηκε το 1853 και κυριολεκτικά αποτέλεσε τη θεωρητική κάλυψη και "ευλογία" των αποικιοκρατών. Ο πλέον εξέχων σύγχρονος υποστηρικτής του δόγματος αυτού, κατά τον 20ό αιώνα, θεωρείται ο Βρετανός δημοσιολόγος (πολιτογραφήθηκε Γερμανός το 1916), Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλεν (Houston Stewart Chamberlain).
Σήμερα, η λέξη ρατσισμός χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις πράξεις μιας ομάδας ανθρώπων εναντίον μίας άλλης ομάδας. Έτσι, οι ρατσιστές υποστηρίζουν την διαφορετικότητα των φυλών. Επίσης, οι φυλετικοί ρατσιστές θεωρούν μία συγκεκριμένη ομοιογενή ομάδα ανθρώπων ως ανώτερη, π.χ. θεωρούν τους "λευκούς" ανθρώπους ανώτερους από τους "μαύρους". Ο ρατσισμός θεωρείται παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος του ανθρώπου στην ισότητα στους τομείς της εργασίας, της πολιτικής, της οικονομίας και άλλων παραγόντων της καθημερινότητας.
Από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα ρατσισμού αποτελούν οι πεποιθήσεις του Αδόλφου Χίτλερ, ο οποίος πίστευε ότι η ξανθή Άρεια φυλή(άνθρωποι που κατάγονται από τη φυλή των Αρείων) έχει δικαίωμα να κυριαρχεί στον πλανήτη, εις βάρος όλων των άλλων.
Σπουδαίοι αγωνιστές κατά του ρατσισμού, αναγνωρισμένοι παγκοσμίως, και μάλιστα χωρίς χρήση βίας, είναι οι βραβευμένοι με βραβείο Νόμπελ,Νέλσον Μαντέλα που αγωνίσθηκε κατά του Απαρτχάιντ και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ που αγωνίστηκε ενάντια των φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ.

                                                                          Αγγελική Γκλάρα
                                                                                               Γ1

Πηγή:el.wikipedia.org