Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015

Η ιστορία της Δεσκάτης ( γράφει η Τσιουμάρα Άννα, μαθήτρια του Γ2)

Αποτέλεσμα εικόνας για DESKATI
Το όνομα «Δεσκάτη»
Η αρχική μορφή του τοπωνυμίου Δεσκάτη (μετά το 1534) είναι «Ντισικάτα-Ντισκάτα». Οι βλαχόφωνοι κτηνοτρόφοι ονόμασαν την περιοχή αυτή «Ντισικάτα χώρα», δηλαδή σχισμένη χώρα, επειδή με τη διάβρωση των δύο ρεμάτων (Ψείρα και Σακαβάρα) που διέσχιζαν τη Δεσκάτη, έδειχνε σα σχισμένη. Ο φιλόλογος Αντώνης Μπουσμπούκης, υποστήριζε ότι ο τύπος «Ντισικάτα» είναι από το βλάχικο ρήμα «ντισικάρε» που σημαίνει σχίζω. Αιτία είναι το γεγονός ότι στην περιοχή του όρους Καλίδρομο της Λαμίας υπάρχει και εκεί ένα τοπωνύμιο, το οποίο οι βλαχόφωνοι αποκαλούν «Ντισικάτα», ενώ οι ελληνόφωνοι «Σχισμένη».
Νεολιθική και Αρχαία εποχή
Η Δεσκάτη και η περιοχή της έχουν ιστορία πολλών αιώνων. Γύρω από τις δύο ποταμιές του οροπεδίου της βρέθηκαν διάφορα νεολιθικά εργαλεία. Έτσι, συμπεραίνουμε ότι δημιουργήθηκαν διάφοροι οικισμοί, οι οποίοι κατοικήθηκαν τουλάχιστον από το 5000 π.Χ. 
Κατά την αρχαιότητα η περιοχή της Δεσκάτης συνέχισε να σφύζει από ζωή, αν κρίνουμε από τα αξιόλογα ευρήματα που κατά καιρούς έχουν ανακαλυφτεί και χρονολογούνται σε αυτή την εποχή:
  • Ερείπια τοίχων αρχαίων οικισμών σώζονται ακόμα και σήμερα.
  • Χάλκινα νομίσματα της Μακεδονικής εποχής (4ου-3ου αιώνα π.Χ.)
  • Θησαυρός αρχαίων νομισμάτων, που βρέθηκε το 1914.
  • Αρχαίοι τάφοι.
  • Υπερμεγέθη πιθάρια.
  • Μια επιτύμβια στήλη του 2ου αιώνα μ.Χ.
  • Θωράκια κάποιου παλαιοχριστιανικού ναού του 5ου-6ου αιώνα μ.Χ.
Αυτά τα ευρήματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι οικισμοί της Αρχαιότητας διατηρήθηκαν στην περιοχή ως το 5ο με 6ο αιώνα μ.Χ.
Καθώς δεν έχουν γίνει αρχαιολογικές ανασκαφές στο οροπέδιο της Δεσκάτης και δεν έχει βρεθεί κάποια επιγραφή, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε το όνομα της αρχαίας πόλης. Κατά το Γερμανό αρχαιολόγο Fr. Stahlin, κάπου στο οροπέδιο της Δεσκάτης υπήρχε η Μονδαία, Περραιβική, στην αρχή, πόλη και μετά Θεσσαλική.  
 Μεσαίωνας

Κατά τον 10ο αιώνα, η περιοχή της Δεσκάτης ανήκε στην Επισκοπή των Σταγών, η οποία μόλις είχε ιδρυθεί. Το ότι οι οικισμοί της ανήκαν σ’ αυτήν, επιβεβαιώνεται από ένα χρυσόβουλο του αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, Ανδρόνικου Γ' Παλαιολόγου. Με βάση όμως την τουρκική απογραφή του 1454-1455, υπήρχαν και πριν την τουρκική κατάκτηση και επομένως είναι βυζαντινοί οικισμοί.

Τουρκοκρατία
Η Τουρκοκρατία στη Θεσσαλία άρχισε το 1393 και οριστικοποιήθηκε το 1423. Η ευρύτερη περιοχή μοιράστηκε από το σουλτάνο στους μπέηδες και η περιοχή της Δεσκάτης χωρίστηκε σε τρία μεγάλα κομμάτια, από τα οποία το ένα έπεσε στα χέρια του διοικητή  των Τρικάλων. Κατά το 1613-1614 σε ένα μετεωρικό χειρόγραφο εμφανίζονται νέοι  οικισμοί. Στα τέλη του 17ου αιώνα σημειώθηκαν κάποιες αλλαγές. Από τη μία εμφανίστηκαν τρεις νέοι μικροί οικισμοί (ο Πρόδρομος, τα Καλύβια και τα Ρόγγια) και εγκαταλείφθηκε  η Καριτσά και από την άλλη η Δεσκάτη άρχισε να μεγαλώνει. Η οικονομική κατάσταση της περιοχής κατά την Τουρκοκρατία ήταν άσχημη. Η συγκέντρωση ληστών και οι επιδρομές των Αρβανιτών δημιούργησαν πολλά και σοβαρά γεγονότα εις βάρος της περιοχής. Η εξαθλίωση των κατοίκων της Δεσκάτης έκανε τα γύρω χωριά να τους αποκαλούν «ζαβέλια» λέξη, η οποία στην τουρκική γλώσσα δηλώνει τον ταλαιπωρημένο, το δυστυχή.
Το πρώτο Ελληνικό κράτος συγκροτήθηκε το 1830. Το μεγαλύτερο τμήμα του όμως ήταν κάτω από την τουρκική κατοχή και έτσι τον Ιανουαρίου του 1854 κηρύχτηκε θεσσαλική  επανάσταση υπό την αρχηγία του Ευθυμίου Βλαχάβα. Την ίδια χρονιά πέρασε από την περιοχή και ο Θεόδωρος Ζιάκας, γεγονός που εξόργισε τον Τούρκο πασά Ζεϊνέλ και με διαταγή του πυρπολήθηκε η Δεσκάτη, ενώ οι κάτοικοί της είχαν κρυφτεί στα γύρω βουνά, για να σωθούν.
Το φθινόπωρο του 1881 απελευθερώθηκε η Θεσσαλία και τα σύνορα της νέας Ελλάδας έφτασαν μέχρι τον Αϊ-Λια του Γηλόφου. Τα χωριά της Δεσκάτης παρέμειναν στην Τουρκική κατοχή. Το Πατριαρχείο ίδρυσε τότε τη Μητρόπολη Δεσκάτης, η οποία απαρτιζόταν  από 17 οικισμούς και δύο μοναστήρια. Καταργήθηκε όμως 15 χρόνια αργότερα, οπότε η Δεσκάτη προσαρτήθηκε στη Μητρόπολη Ελασσόνας.
Απελευθέρωση
Η απελευθέρωση της Δεσκάτης ήρθε από τον τουρκικό ζυγό τον Οκτώβριο του 1912, την παραμονή της έκρηξης του Α' Βαλκανικού πολέμου. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης του Ελληνικού Στρατού, για την περιοχή της Δεσκάτης έπρεπε να κατευθυνθεί το απόσπασμα των ευζώνων  που βρισκόταν στην Φαρκαδόνα. Το απόσπασμα αυτό με διοικητή το συνταγματάρχη Σ. Γεννάδη,  αποτελούνταν από 2 τάγματα: το 1ο και το 4ο και μία διμοιρία 2 ελαφρών πολυβόλων. Διοικητής του 1ου τάγματος ήταν ο αντισυνταγματάρχης Ιωάννης Καμπούρης, από την Αμαλιάπολη του Αλμυρού, ο οποίος μας άφησε μια έκθεση των γεγονότων της απελευθέρωσης της Δεσκάτης.
«Το απόσπασμα του Σ. Γεννάδη φεύγοντας από τη Φαρκαδόνα έμεινε ένα βράδυ στον Παλιόπυργο και την επόμενη βραδιά στον Κονισκό (5/10/1912). Εκεί έλαβε διαταγή να προχωρήσει προς το Γήλοφο. Επειδή, όμως, οι εύζωνοι του 1ου τάγματος ήταν κουρασμένοι, έφτασαν στις 2:30 μετά τα μεσάνυχτα στα τότε ελληνοτουρκικά σύνορα. Τα χαράματα και μετά από κάποιες ώρες μάχης, μπήκαν θριαμβευτικά, ελευθερώνοντας το Γήλοφο στις 6/10/1912. Στις 6 Οκτωβρίου, οι εύζωνοι αφήνουν άλλο ένα ελεύθερο χωριό και κατευθύνονται προς τη Δεσκάτη. Παράλληλα με το απόσπασμα του Γεννάδη έπρεπε να κινηθεί και η ταξιαρχία του ιππικού, η οποία βρισκόταν στο Πραιτώρι της Ελασσόνας. Η δύναμη αυτή φτάνοντας στη Δεσκάτη θα υποστήριζε το ιππικό στις επιθέσεις του. Κι ενώ το απόσπασμα του Γεννάδη έφτασε στην Δεσκάτη, η ταξιαρχία του ιππικού δεν έφτασε. Άργησε να ξεκινήσει κι, όταν έφτασε στην Βαλανίδα, θεώρησε επικίνδυνη την προέλαση προς τη Δεσκάτη χωρίς την υποστήριξη του πεζικού. Γι’ αυτό γύρισε πίσω και έστειλε έναν ουλαμό αναγνωρίσεως στη Δεσκάτη, ο οποίος έφτασε ανενόχλητος και έδρασε μεμονωμένα. Στον Αϊ-Λια οι Τούρκοι ήταν οχυρωμένοι στην κορυφή του λόφου, απ' όπου μπορούσαν εύκολα να βομβαρδίσουν τους εύζωνους, που ανέβαιναν με μεγάλη δυσκολία την ανηφόρα. Είχαν άφθονα πυρομαχικά και έριχναν αλύπητα. Γι’ αυτό και ο αγώνας συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση έως το απόγευμα. Στην αρχή οι εύζωνοι είχαν βγάλει έξω από τα οχυρά τους Τούρκους. Ο συνεχής όμως βομβαρδισμός με βλήματα κάθε μεγέθους, τους ανάγκασε να γυρίσουν πίσω. Για μια στιγμή φάνηκε ότι οι Τούρκοι είχαν υπεροχή και ήταν αμετακίνητοι από τις θέσεις τους. Τότε οι εύζωνοι αποφάσισαν να συρθούν μέχρι την κορυφή του Αϊ-Λια με τη λόγχη στο όπλο. Όταν έφτασαν στα ορύγματα των Τούρκων, ενώ οι άλλοι τουφέκιζαν για παραπλάνηση, τους αιφνιδίασαν. Έτσι οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν προς τη Δεσκάτη. Μετά την υποχώρηση των Τούρκων, το 4ο τάγμα ανέβηκε στον Τρέτιμο (βουνό στα νότια της πόλης), για να βοηθήσει το 1ο τάγμα, το οποίο μαχόταν ακόμη στο Ράτσινο. Οι άνδρες του τάγματος αυτού πολεμούσαν στη βροχή, που δυσκόλευε τα πράγματα. Όταν αντιλήφθηκαν τον ερχομό του 4ου τάγματος, προέλασαν κανονικά και ανάγκασαν τους Τούρκους να βγουν από τα ορύγματα και να τραπούν σε φυγή στον Πρίονο (βουνό στα βόρεια της πόλης). Στη συνέχεια ο 2ος λόχος του 1ου τάγματος κατέλαβε τη Δεσκάτη, τα ξημερώματα της 7ης του Οκτώβρη 1912. Μετά ο λόχος αυτός εγκατέστησε προφυλακές στον αυχένα του Τρέτιμου πάνω από το Σταυρό και ο 1ος δεξιότερα, στον Κάτω Σταυρό, από όπου περνάει ο δρόμος για την Παρασκευή. Ο 3ος λόχος του 1ου τάγματος πήγε στην Παρασκευή, όπου έδωσε μια δίωρη μάχη με ένα τουρκικό απόσπασμα που ερχόταν ως επικουρία στις τουρκικές δυνάμεις της Δεσκάτης. Το απόσπασμα αυτό απωθήθηκε κι έφυγε για την Παλιουριά, κι από εκεί για τα Γρεβενά. Ενθουσιασμένοι από τις νίκες του ελληνικού στρατού 25 Δεσκατιώτες που ζούσαν στην Αμερική, επέστρεψαν και κατατάχθηκαν ως εθελοντές. Πήραν μέρος σε πολλές μάχες στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Μικρά Ασία, όπου και σκοτώθηκαν οι 16 από αυτούς. Κατά τη διάρκεια της μάχης τραυματίστηκαν δύο αξιωματικοί, δύο λοχίες, ένας δεκανέας, και 13 εύζωνοι, ενώ ο λοχαγός Μανουσάκης σκοτώθηκε στο ύψωμα Τρέτιμος, στις 7 Οκτωβρίου 1912.»
Μετά την απελευθέρωση του 1912
Μετά την απελευθέρωση ιδρύθηκε ο δήμος Δεσκάτης, ο οποίος συμπεριέλαβε τους συνοικισμούς  Αι Γιώργη, Διασελλάκι, και Γήλοφο (1918). Το 1942 η περιοχή μας αποσπάστηκε από την κοινότητα Γρεβενών, του νομού Κοζάνης και υπάχθηκε στην επαρχία Ελασσόνας, του νομού Λάρισας. Το 1964 η επαρχία των Γρεβενών αναβαθμίστηκε σε νομό, οπότε η Δεσκάτη έγινε ο δεύτερος Δήμος του νομού Γρεβενών.
Η ευρύτερη περιοχή της Δεσκάτης υπήρξε προπύργιο της Εθνικής Αντίστασης και παρουσίασε έντονη δράση στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι του ποιητή Χρήστου Μπράβου, που αναφέρονται στους αγώνες των κατοίκων:
«Μη περπατήσεις τούτα τα βουνά.
Η μάνα λέει δεν κάνει να πατάμε πεθαμένους…»