Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΕΣΚΑΤΗΣ (γράφει ο Νίκος Καραγιώργος, μαθητής του Γ1)

         Αποτέλεσμα εικόνας για δεσκατι              
      Η Δεσκάτη είναι χτισμένη στις νότιες πλαγιές των Καμβουνίων, απέναντι από το ύψωμα του Τρέτιμου. Είναι η νοτιότερη πόλη της Μακεδονίας και αποτελεί σημαντικό πέρασμα από τη Δυτική Μακεδονία προς τη Θεσσαλία. Αρχικά τo όνομα της περιοχής ήταν Ντισικάτα, ύστερα πρέπει να άλλαξε σε Ντεσκάτη  και κατέληξε στο σημερινό Δεσκάτη. Το τοπωνύμιο Ντισικάτα είναι βλάχικο και μάλλον στα βουνά της περιοχής ξεκαλοκαίριαζαν βλαχόφωνοι κτηνοτρόφοι. Κατά μια έννοια Ντισικάτα σημαίνει «τρεις λόφοι» και περιγράφει τους τρεις λόφους, στους οποίους είναι χτισμένη η Δεσκάτη. Η ακριβής χρονολογία ίδρυσης της Δεσκάτης δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί. Το βέβαιο είναι ότι η περιοχή ανήκε στην αρχαία Μονδαία και ότι κατά τον 12ο αιώνα υπήρχαν τρεις οικισμοί: το Μέλοβο, η Καρίτσα και το Λουτρό.
     Η δεσκατιώτικη ποταμιά κατοικείται από τη Νεολιθική εποχή (5000 π.Χ.), όπως φανερώνουν διάφορα νεολιθικά εργαλεία που έχουν βρεθεί στις θέσεις Καστρί και Λουτρό.  Κατά την αρχαιότητα η περιοχή της Δεσκάτης συνέχισε να σφύζει από ζωή, γεγονός που προκύπτει από τα ευρήματα που κατά καιρούς έχουν ανακαλυφθεί.

     Η περιοχή της Δεσκάτης περιήλθε το 1393 προσωρινά στους Τούρκους και οριστικά το 1423. Η οικονομική κατάσταση στην περιοχή κατά την Τουρκοκρατία ήταν άσχημη. Τις σιτοδείες και επιδημίες συμπλήρωναν οι επιδρομές των Αλβανών ληστών. Από την εποχή εκείνη πρέπει να δόθηκε και ο χαρακτηρισμός «ζιαβέλια» στους κατοίκους της περιοχής που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Ο όρος «ζιαβέλι» στην τούρκικη γλώσσα δηλώνει τον ταλαιπωρημένο, το δυστυχή.
     Οι φιλελεύθεροι κάτοικοι της Δεσκάτης συμμετείχαν στη θεσσαλική επανάσταση του 1854. Στα μέσα του Μάρτη έφτασε στη Δεσκάτη ο Θανάσης  Βλαχάβας με 50 παλικάρια, για να παροτρύνει τους κατοίκους σε επανάσταση. Την ίδια χρονιά πέρασε από την περιοχή και ο Θεόδωρος Ζιάκας. Οι Δεσκατιώτες τους δέχτηκαν με χαρά. Οι Τούρκοι όμως εξαγριώθηκαν και για να εκδικηθούν τη Δεσκάτη, την πυρπόλησαν στις 9 Μαΐου, ενώ οι Δεσκατιώτες είχαν κρυφτεί στα γύρω βουνά, για να σωθούν.
     Το Φεβρουάριο του 1878 κηρύχτηκε και άλλη επανάσταση στην περιοχή του Ολύμπου και οι επαναστάτες από λάθη υποχώρησαν στην περιοχή των Χασίων. Στις 13 Μαρτίου έφτασαν στη Δεσκάτη, όπου και τους προσφέρθηκε κάθε δυνατή βοήθεια. Οι ενισχύσεις όμως που περίμεναν δεν έφτασαν και έφυγαν ένα μήνα μετά. Ο τούρκος πασάς που τους κυνηγούσε σκέφτηκε να πυρπολήσει τη Δεσκάτη για εκδίκηση, χωρίς όμως να το κάνει. Η σωτηρία της πόλης αποδόθηκε σύμφωνα με την παράδοση στον πολιούχο Άγιο Κωνσταντίνο.
     Μετά την απελευθέρωση του 1881, η Δεσκάτη και η Ελασσόνα παρέμειναν στην τούρκικη επικράτεια. Το Πατριαρχείο ίδρυσε τότε τη Μητρόπολη Δεσκάτης, η οποία απαρτιζόταν από 17 οικισμούς και δύο μοναστήρια. Την κατάργησε όμως 15 χρόνια αργότερα, οπότε η Δεσκάτη προσαρτήθηκε στη Μητρόπολη Ελασσόνας, στην οποία ανήκει μέχρι και σήμερα. Στο Μακεδονικό Αγώνα συμμετείχε με τον υπαρχηγό Βασίλειο Οικονόμου, γνωστό ως Μπρούφα.
      Στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, οι Δεσκατιώτες βοήθησαν κυρίως στη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις κινήσεις των Τούρκων, ενέργεια για την οποία τιμωρήθηκαν σκληρά από τους κατακτητές με λεηλασίες, εκτοπισμούς και φυλακίσεις.
    Η απελευθέρωση της Δεσκάτης ήρθε την παραμονή της έκρηξης του Α' Βαλκανικού πολέμου, το 1912, μετά από σχεδόν 450 χρόνια. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης του Ελληνικού Στρατού στην περιοχή της Δεσκάτης έπρεπε να κατευθυνθεί το απόσπασμα των ευζώνων, που βρισκόταν στη Φαρκαδόνα, το οποίο είχε διοικητή το συνταγματάρχη Σ. Γεννάδη και αποτελούνταν από 2 τάγματα (το 1ο και το 4ο). Το απόσπασμα αυτό έμεινε ένα βράδυ στον Παλιόπυργο και την επόμενη βραδιά στον Κονισκό, όπου έλαβε τη διαταγή να προχωρήσει προς την παλιά Τσιούκα (Γήλοφο). Οι εύζωνοι του 1ου τάγματος παρά την κούραση έφτασαν μετά τα μεσάνυχτα στα τότε ελληνοτουρκικά σύνορα.
   Τα χαράματα, μετά από κάποιες ώρες μάχης μπήκαν θριαμβευτικά, ελευθερώνοντας την παλιά Τσιούκα (Γήλοφος), στις 6-10-1912. Τα ξημερώματα της 6ης Οκτώβρη, οι εύζωνοι  κατευθύνονται προς τη Δεσκάτη, αν και  πυκνή ομίχλη είχε απλωθεί στην ευρύτερη περιοχή. Παράλληλα με το απόσπασμα του Γεννάδη έπρεπε να κινηθεί και το ιππικό, το οποίο όμως θεώρησε επικίνδυνη την προέλαση προς τη Δεσκάτη χωρίς την υποστήριξη του πεζικού και γι αυτό γύρισε πίσω.
    Στον Αϊ-Λια οι Τούρκοι ήταν οχυρωμένοι στην κορυφή του λόφου, απ' όπου μπορούσαν εύκολα να βομβαρδίσουν τους ευζώνους, που ανέβαιναν με μεγάλη δυσκολία την ανηφόρα. Είχαν άφθονα πυρομαχικά και έριχναν αλύπητα. Γι αυτό και ο αγώνας συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση ώς το απόγευμα. Στην αρχή οι εύζωνοι είχαν βγάλει έξω από τα οχυρά τους Τούρκους. Ο συνεχής όμως βομβαρδισμός με βλήματα κάθε μεγέθους, τους ανάγκασε να γυρίσουν πίσω.
Για μια στιγμή φάνηκε ότι οι Τούρκοι είχαν υπεροχή. Οι εύζωνοι αποφάσισαν να συρθούν μέχρι την κορυφή του Αϊ-Λια με τη λόγχη στο όπλο και έτσι τους αιφνιδίασαν. Τότε οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν προς τη Δεσκάτη.  Το 4ο τάγμα ανέβηκε στον Τρέτιμο, για να βοηθήσει το 1ο τάγμα και προέλασαν μαζί, αναγκάζοντας τους Τούρκους να τραπούν σε φυγή στον Πρίονο.  Στη συνέχεια τμήμα του 1ου τάγματος κατέλαβε τη Δεσκάτη τα ξημερώματα της 7ης του Οκτώβρη 1912 και εγκατέστησε προφυλακές στον αυχένα του Τρέτιμου, όπου έπεσε μαχόμενος ο λοχαγός Μανουσάκης (προτομή του οποίου υπάρχει στην Κεντρική Πλατεία της Δεσκάτης).
    Μετά την απελευθέρωση ιδρύθηκε ο Δήμος Δεσκάτης, στον οποίο συμπεριλήφθηκαν τα χωριά Παρασκευή, Δασοχώρι, Γήλοφος, Αι Γιώργης και Διασελλάκι. Το 1915 ιδρύθηκε ο Νομός Κοζάνης και η Δεσκάτη ενσωματώθηκε σ΄αυτόν. Το 1918 αναγνωρίστηκε ως Κοινότητα, η οποία περιελάμβανε και τους οικισμούς Αι Γιώργη, Διασελλάκι και Γήλοφο.
Το 1942 αποσπάστηκε από την Επαρχία Γρεβενών του νομού Κοζάνης και εντάχθηκε στην Επαρχία Ελασσόνας του νομού Λάρισας. Εκεί παρέμεινε μέχρι το 1964 που ιδρύθηκε ο Νομός Γρεβενών και η Δεσκάτη έγινε ο δεύτερος δήμος του νομού Γρεβενών. Η ευρύτερη περιοχή της Δεσκάτης υπήρξε προπύργιο της Εθνικής Αντίστασης και παρουσίασε έντονη δράση στη διάρκεια του Εμφύλιου Πολέμου.

Η Δεσκάτη σήμερα

    Από τόπος εξορίας κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και περιοχή που προμήθευε παλαιότερα με φθηνά εργατικά χέρια τον κάμπο της Βέροιας, η Δεσκάτη αποτελεί σήμερα ένα χώρο παραγωγικό με εργατικούς και φιλόξενους κατοίκους. Παραδοσιακά γραφικά κτίρια δεν υπάρχουν πια, αν και η κωμόπολη διατηρεί τα «καλά» του χωριού, ένα από τα οποία είναι η διατήρηση της διαλέκτου. Η Δεσκάτη αποτελεί ένα αυτόνομο κοινωνικό, διοικητικό, εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο. Κύρια ασχολία των κατοίκων είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία, ενώ κυρίως παλαιότερα ένα προσοδοφόρο επάγγελμα ήταν και η βιοτεχνία ειδών για το στρατό και την εκκλησία.