Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

Αρχαία Μαθηματικά σύμβολα. (γράφει ο Δημήτριος Γκατζηγιάννης)



Το σαμπί ϡ είναι παλαιό και παρωχημένο πλέον γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου, που εμφανιζόταν σαν γράμμα μόνο σε μερικές τοπικές παραλλαγές του αλφαβήτου στην αρχαία Ιωνία, και παρέμεινε σε χρήση αργότερα στην μετακλασσική Ελληνική μόνο σαν αριθμητικό σύμβολο για τον αριθμό 900.
Σαν χαρακτήρας του αλφαβήτου, με την πρωτότυπη μορφή του που έμοιαζε με "Τ", χρησιμοποιόταν στην γραφή της Μιλήτου, της Εφέσου, της Αλικαρνασσού και άλλων πόλεων τηςΜικράς Ασίας, όπως επίσης και στην Μιλησιακή αποικία της Κυζίκου. Εμφανίζεται σε λέξεις όπου άλλες διάλεκτοι έχουν ή διπλό "σ" ή διπλό "τ", όπως στη λέξη "τέσσαρα"/"τέτταρα", που σε ιωνικές επιγραφές εμφανίζεται ως "τέσσαρα". Πιθανολογείται ότι δήλωνε φθόγγο παρόμοιο με διπλό [ss] ή [ts]. Αργότερα εισήχθη στο μιλησιακό σύστημα αρίθμησης, όπου χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο του αριθμού 900.

Η αρχική ονομασία του γράμματος είναι άγνωστη. Πιθανολογείται ότι προήλθε από παραλλαγή του αρχαϊκού γράμματος "σαν", και ενίοτε ονομάζεται "σαν" και σήμερα. Η σημερινή ονομασία "σαμπί" είναι επίσης μεταγενέστερη, των όψιμων βυζαντινών χρόνων. Φέρεται να προέρχεται ως σύνθετη λέξησν π (σαν - το γράμμα - πι), και βασίζεται στη σημερινή μορφή κεκλιμένου Π (Ϡ), που εξελίχθηκε κατά τα βυζαντινά χρόνια.
Στη νεότερη εποχή χρησιμοποιούταν επίσημα στη γραμματαρίθμηση ελληνικών νόμων και διαταγμάτων όπως δημοσιεύονταν παλαιότερα σε ΦΕΚ.
Το κόππα ϙ, είναι γράμμα των πρώιμων ελληνικών αλφαβήτων μεταξύ του π και του ρ, που ισοδυναμούσε ηχητικά με το κ. Ενώ το γράμμα κάππα χρησιμοποιήθηκε στην ελληνική για να δηλώσει στη γραφή, ως τα μέσα περίπου του 6ου π.Χ. αιώνα το άηχο κλειστό ουρανικό σύμφωνο που προφέρουμε λ.χ. στα νεοελληνικά κυρία - και, την ίδια περίοδο για την απόδοση του άηχου κλειστού υπερωικού συμφώνου πρό των ο και υ, αυτού που προφέρουμε σήμερα στις λέξεις κόσμος -ακούω χρησιμοποιήθηκε το γράμμα κόππα (Ϟ). Έτσι στα αρχαϊκά ελληνικά αλφάβητα βρίσκουμε να γράφονται ΔΙΚΕ (=δίκη), ΚΑΛΟΣ(=καλός), ΑΛΚΙΒΙΑΔΕΣ(=Αλκιβιάδης), αλλάϞΑϞΟΣ (=κακός), ϞΟΡΕ(=κόρη), ΛΕϞΥΘΟΣ(=λήκυθος),ϞΟΡΙΝΘΟΣ(=Κόρινθος).
Φωνολογικώς η χρήση δύο διαφορετικών γραμμάτων στις αρχαϊκές, κυρίως, επιγραφές σημαίνει ότι το φωνολογικό σύστημα της Ελληνικής διέθετε δύο αλλόφωνα του κ: ένα ουρανικό και ένα υπερωικό, κάτι αντίστοιχο δηλαδή στην προφορά -αλλά όχι στη γραφή- με αυτό που συμβαίνει στη νέα Ελληνική. Η γενικευμένη χρήση ενός μόνο κ (του κάππα) από τα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα σημαίνει είτε ότι η διαφορά αυτή στην προφορά έπαψε από τότε να υπάρχει είτε ότι έπαψε απλώς να δηλώνεται στη γραφή.
Ενώ για τη γραφή λέξεων χρησιμοποιήθηκε η μορφή του αρχαϊκού κόππα ( Ϙ ϙ ), στο ελληνικό σύστημα αρίθμησης το κόππα χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα με τη μορφή του κεραυνόμορφου κόππα ( Ϟ ϟ )για να δηλώσει τον αριθμό 90.
Στο λατινικό αλφάβητο το γράμμα κόππα αντιστοιχεί στο γράμμα Q.
Η παροιμία "Οδ κόππα γιγνώσκων" λέγονταν για εντελώς αδαή άνθρωπο.
Το στίγμα (Ϛ ϛ) είναι σύμπλεγμα (λιγατούρα) των χαρακτήρων σ και τ, που χρησιμοποιείται ντο ελληνικό σύστημα αρίθμησης ως σύμβολο του αριθμού έξι (6) και, παλαιότερα, στη θέση του ζεύγουςστ για τη γραφή λέξεων όπως π.χ. στρατός (ϛρατός), στύλος (ϛύλος), αντίστασις (αντίϛασις) κ.λπ.
Σήμερα χρησιμοποιείται σπάνια —σε κλασικά κείμενα για παράδειγμα— και τη θέση του στο ελληνικό σύστημα αρίθμησης έχει πάρει το στ΄.

Δημήτριος Γκατζηγιάννης